Αρχαία ελληνική
O σχηματισμός των λέξεων στην αρχαία ελληνική
O σχηματισμός των λέξεων στην αρχαία ελληνική
- Πρόλογοι
- Βιβλιογραφία
- Γενικό Μέρος
- Γενικό Μέρος
- Ι. Τα στοιχεία της λέξης
- 1. Η πρόταση
- 2. Η λέξη και τα συστατικά μέρη της
- α) Θέμα, επίθημα, κατάληξη
- β) Ρίζα και βάση
- γ) Επίθημα, πρόθημα, ένθημα, σχηματιστικό
- δ) Καθοριστικό της ρίζας και επίθημα
- ε) Συνθετικά μέρη και επίθημα (πρόθημα)
- στ) Το θεματικό ή συνδετικό φωνήεν
- ζ) Οι έννοιες "πρωτογενές, δευτερογενές, μετονοματικό, μεταρηματικό"
- ΙΙ. Η αναλογία ως κινητήρια δύναμη για τον σχηματισμό λέξεων
- 1. Έτοιμες κατηγορίες λέξεων
- 2. Μορφολογική και σημασιολογική αναλογία
- 3. Το προϊόν από την επίδραση της αναλογίας
- 4. Το πεδίο επίδρασης της αναλογίας
- ΙΙΙ. Διάφορα είδη και στοιχεία του σχηματισμού των λέξεων
- 1. Ριζικές λέξεις
- 2. Αναδιπλασιασμός
- 3. Συντμημένοι τύποι και διπλασιασμός συμφώνων
- 4. Αναδρομική παραγωγή
- 5. Τόνος
- Ειδικό Μέρος
- Ειδικό Μέρος
- Α. ΣΥΝΘΕΣΗ
- Γενικές παρατηρήσεις
- Δημιουργία των συνθέτων
- Παλιότερα και νεότερα σύνθετα
- Γνήσια και νόθα σύνθετα
- Ψευδοσύνθετα
- Αδιαφανή σύνθετα
- Αναλογικοί νεολογισμοί
- Διαίρεση των συνθέτων
- Τα σύνθετα με βάση το είδος και τη μορφή του α΄ συνθετικού
- Ι. Επίρρημα (με την ευρεία έννοια) ως α΄ συνθετικό
- 1. Προρηματικό + ρήμα (ρήμα παρεμφατικό και ρήμα απαρεμφατικό, καθώς και ρηματικό όνομα)
- 2. Πρόθεση (με την παλιότερη επιρρηματική σημασία) + ανεξάρτητο από αυτήν ουσιαστικό ή επίθετο
- 3. Πρόθεση + εξαρτώμενος από αυτήν όρος
- 4. Το α΄ συνθετικό είναι επίρρημα που δεν εμφανίζεται πια ως ανεξάρτητο
- 5. Το α΄ συνθετικό είναι κάποια άλλη επιρρηματική λέξη
- ΙΙ. Το α΄ συνθετικό είναι ονοματική πτώση
- ΙΙΙ. Το α΄ συνθετικό είναι ονοματικό θέμα
- ΙV . To α΄ συνθετικό εκλαμβάνεται ως ρήμα
- Τα σύνθετα με βάση τη συντακτική σχέση μεταξύ των μελών τους
- Ι. Παρατακτικά (συνδετικά) σύνθετα
- ΙΙ. Υποτακτικά σύνθετα
- 1. Προσδιορισμός του ρηματικού β΄ συνθετικού από ένα προρηματικό στο α΄ συνθετικό
- 2. Εμπρόθετα κυβερνημένα σύνθετα
- 3. Προσδιοριστικά ονοματικά σύνθετα
- 4. Ρηματικά κυβερνημένα σύνθετα
- 5. Επιρρηματικά σύνθετα
- Μεταπλαστά και μη μεταπλαστά σύνθετα
- Μετατοπίσεις μεταξύ μορφολογικών και σημασιολογικών τύπων
- Φθογγικές αλλαγές κατά τη σύνθεση
- Ι. Συνάντηση φωνηέντων στον αρμό της σύνθεσης
- 1. Συνθετική έκταση
- 2. Έκθλιψη
- 3. Δευτερογενής χασμωδία και δευτερογενής συναίρεση
- ΙΙ. Συνάντηση συμφώνων στον αρμό της σύνθεσης
- Η θεματική απόληξη του α΄ συνθετικού
- Ι. Σε ονοματικά θεματικά σύνθετα
- ΙΙ. Σε άλλα σύνθετα
- Διαμόρφωση του β΄ συνθετικού
- Ι. Η διαμόρφωση του θέματος του β΄ συνθετικού κατά τη μετάπλαση
- ΙΙ. Ρηματικά ονόματα ως β΄ συνθετικά
- Σύνθεση για τους σκοπούς της παραγωγής (συνθετικό επίθημα, υπόσταση)
- Ο τονισμός των συνθέτων
- Ο λογοτεχνικός χαρακτήρας των συνθέτων
- 1. Τολμηροί ποιητικοί σχηματισμοί
- 2. Εναλλαγή των συνθετικών
- 3. Σύνθετα με περισσότερα από δύο συνθετικά
- Τα κύρια ονόματα
- Β. ΡΗΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
- Γενικά
- Οι μικρότεροι τύποι ενεστωτικών επιθημάτων
- Ι. Επιθήματα με n
- ΙΙ. -σκο-
- ΙΙΙ. -θο-
- Οι ενεστώτες σε i ̯ o
- Γενικά
- Ι. Οι φωνηεντόληκτοι ενεστώτες σε -i̯o-, δηλαδή τα ρήματα σε -ᾶν (-ῆν), -εῖν, -οῦν, -ίειν, -ύειν, -εύειν
- 1. Τα ρήματα σε -ᾶν (-ῆν)
- 2. Τα ρήματα σε -εῖν
- 3. Τα ρήματα σε -οῦν
- 4. Τα ρήματα σε -ίειν και -ύειν
- 5. Τα ρήματα σε -εύειν
- ΙΙ. Οι συμφωνόληκτοι ενεστώτες σε i ̯ o
- 1.Τα ρήματα σε *- n -i̯o-
- 2. Τα ρήματα σε - r -i̯o- και - l -i̯o-
- 3. Τα ρήματα σε -σσειν (αττ.-βοιωτ. -ττειν)
- 4. Τα ρήματα σε -ζειν
- Γενικά
- α) Τα ρήματα σε -ύζειν
- β) Τα ρήματα σε -άζειν
- γ) Τα ρήματα σε -ίζειν
- Γ. ΟΝΟΜΑΤΙΚΗ ΠΑΡΑΓΩΓΗ
- Γενικά
- Ριζικά ουσιαστικά
- Φωνηεντικά επιθήματα
- Ι. -ο- και -ᾱ-
- ΙΙ. -ιο- και -ιᾱ-
- ΙΙΙ. -εο-
- ΙV . - ι ̯ ᾰ
- V . -ευ-
- Ρινικά επιθήματα
- Ι. -μο-
- 1. Ουσιαστικά σε -μός,-τμός,-θμός,-σμός
- 2. Επίθετα σε -(σ)ιμος
- ΙΙ. - men -, - mon - (-μα -μην -μων)
- 1. Τα ουδέτερα σε -μα
- 2. Αρσενικά σε -μην και -μων
- ΙΙΙ. Άλλα επιθήματα σε n
- 1. -ων (-ωνος)
- 2. -ών (-ῶνος· ιων. -εών)
- Ι V . -νο-
- 1. Το απλό -(ᾰ)νο-
- 2. -εινός
- 3. Τα χρονικά επίθετα σε -ινός
- 4. Τα δηλωτικά ύλης επίθετα σε -ινος (-ίνεος)
- 5. -ῖνος (-ιᾱνός, -ηνός)
- 6. -συνος
- Υγρά επιθήματα
- Ι. Επιθήματα με l
- 1. Απλό -λο-,-αλο-,-ελο-,-ιλο-,-υλο-
- 2. -ᾱλός, -ηλός, -ωλός
- 3. Υποκοριστικό -υ(λ)λο-
- 4. -αλέος
- ΙΙ. Επιθήματα με r
- Επιθήματα με χειλικό χαρακτήρα
- Επιθήματα με οδοντικό κλειστό
- Ι. Το επίθημα - t - μαζί με τα nomina agentis με επίθημα -t- και το μετονοματικό -της
- 1. Τα nomina agentis με επίθημα με - t - (-τ-, -τήρ, -τωρ, -της)
- Σχετικά με την ιστορία των nomina agentis στους ιστορικούς χρόνους
- Τονισμός του -της
- 2. -τρος, -τρᾱ, -τρον
- 3. -τ ῐ́ , -τεί
- 4. Τα παράγωγα σε -της από ονόματα
- 5. -εντ-
- 6. -τᾱτ-, -τητ-
- ΙΙ. Το επίθημα - to - (μαζί με το -τέος)
- 1. Ουσιαστικά σε -τος, -τη, -τον
- 2. Επίθετα με -τος (-τέος)
- ΙΙΙ. - ti -
- ΙV. -τύ-
- V . Τα επιθήματα με d
- 1. Η καταγωγή του - d -
- 2. Τα ονόματα σε -αδ-, -ιδ-
- 3. Οι επεκτάσεις των -αδ-, -ιδ-: -άδιος, -ίδιος , -(ι)άδης, -ίδης, -ιδεύς, -ιδοῦς
- 4. -δόν- και -δανό-
- 5. -ώδης
- VI . Επιθήματα με το -θ- (-θρ-, -θλ-)
- Επιθήματα με υπερωικό κλειστό
- Ι. -ᾰκ- και -ᾱκ-
- ΙΙ. -ικός, -ιακός (-υκός)
- Η μορφή της αρκτικής συλλαβής του -(ι)κός:
- Η σημασία του -ικός :
- ΙΙΙ. -ίσκος, -ίσκη, -ίσκον
- Επιθήματα με - s -
- Παράρτημα
- Σημειώσεις
- Πίνακες και ευρετήρια
3. Τα ρήματα σε -οῦν
§ 198. Η σημασία των ρημάτων σε -οῦν είναι "επιτελεστική" ή "οργανική", δηλαδή σημαίνουν 'καθιστώ' ή 'εφοδιάζω με κάτι': ὀρθοῦν 'καθιστώ ορθό > ανορθώνω' από το ὀρθός 'όρθιος', στεφανοῦν 'εφοδιάζω με στεφάνι > στεφανώνω' από το στέφανος 'στεφάνι'. Μια παραφυάδα της επιτελεστικής σημασίας είναι η 'θεωρώ ως - ': δικαιοῦν 'θεωρώ δίκαιο' από το δίκαιος ή 'μεταχειρίζομαι ως - ': δηιοῦν (δῃοῦν) 'μεταχειρίζομαι ως εχθρό > σκοτώνω, καταστρέφω' από το δήιος 'εχθρικός'. Η επιτελεστική και η οργανική σημασία συχνά εφάπτονται· υπάρχουν ρήματα που έχουν και τις δύο σημασίες: θηριοῦσθαι 'γίνομαι θηρίο > γίνομαι βάναυσος' και 'γεμίζω με σκουλήκια > σκουληκιάζω', ανάλογα με τα συμφραζόμενα της πρότασης· μερικές φορές καταλήγουν στην ίδια σημασία: κολποῦν 'κάνω (το πανί) κοίλο' ή 'εφοδιάζω με κοίλωμα'.
§ 199. Η οργανική σημασία έγινε επίσης αγαπητή με πολλές εξειδικεύσεις:
'δημιουργώ πάθη ή σωματικές καταστάσεις (Μεσ. - οδηγούμαι σε)': χολοῦν 'γεμίζω με οργή > εξοργίζω', οἰνοῦν 'μεθώ', θυμοῦσθαι 'οργίζομαι'.
'ζημιώνω, τιμωρώ' ή 'δωρίζω, αμείβω με -': θανατοῦν 'δίνω το θάνατο > τιμωρώ με θάνατο', στεφανοῦν 'αμείβω με στεφάνι'.
'κάνω καλό ή κακό· μεταχειρίζομαι με καλό ή κακό τρόπο': κακοῦν 'κάνω κακό (κακόν) > κακομεταχειρίζομαι', ζηλοῦν 'αντιμετωπίζω με φθονερό θαυμασμό > αμιλλώμαι, εξυμνώ, ζηλεύω'.
§ 200. Το αντίθετο της "οργανικής" χρήσης είναι η "αφαιρετική", που δεν είναι άγνωστη και σε άλλους ρηματικούς τύπους και σε συγγενικές γλώσσες (πρβ. γερμ. k ö pfen 'αποκεφαλίζω', sch ä len 'ξεφλουδίζω', λατ. truncus 'κορμός' - truncare 'κουτσουρεύω' και -ίζειν § 268): γυιοῦν 'παραλύω τα μέλη' (Όμ.) από το γυῖα 'μέλη' (σχετικά με το γυιός 'παράλυτος' δες § 24), λεπυριῶσαι· ἐξαχυριῶσαι 'ξεφλουδίζω' (Ησύχιος) από το λεπύριον 'μικρός φλοιός'. Ασφαλώς συχνότερα προηγείται μια αφαιρετική πρόθεση (πρβ. γερμ. ent - haupten 'αποκεφαλίζω', ent - h ü lsen 'αποφλοιώνω'): ἀπο-γυιοῦν (Όμ.), ἐκ-λεπυροῦν (χωρίο στα Anecdota του Bekker).
§ 201. Σε ορισμένες περιπτώσεις μεταξύ ενεργητικού και μέσου ρήματος υπάρχει σχέση αλληλεξάρτησης, καθώς το ενεργητικό σημαίνει 'δίνω, προξενώ', ενώ το μέσο 'δίνομαι, δέχομαι': κομίζειν 'μεταφέρω' - κομίζεσθαι 'μου μεταφέρεται, υποδέχομαι'· το ίδιο και στα ρήματα σε -οῦν:
πιστοῦν 'εξασφαλίζω > υποχρεώνω' - πιστοῦσθαι 'εξασφαλίζομαι > παίρνω εγγυήσεις'.
σημειοῦν 'εφοδιάζω με σημάδι > σημειώνω' - σημειοῦσθαι 'αντιλαμβάνομαι ως ένδειξη' μισθοῦν 'δίνω για ενοικίαση > εκμισθώνω' - μισθοῦσθαι 'παίρνω για ενοικίαση > μισθώνω'.
§ 202. Η δημιουργία των ρημάτων σε -οῦν είναι σε γενικές γραμμές σαφής αλλά όχι σε όλες της τις λεπτομέρειες. Σύμφωνα με την § 187 τα παλιά μετονοματικά από θέματα σε ο λήγουν σε -εῖν· κατά συνέπεια το -οῦν πρέπει να είναι καινοτομία της ελληνικής. Την αφετηρία πρέπει αναμφίβολα να την αναζητήσουμε στα ρήματα σε -ᾶν. Οι σημασιολογικές σχέσεις μεταξύ ονόματος και μετονοματικού είναι ποικίλες στα ρήματα σε -ᾶν, και ιδίως η οργανική χρήση μαζί με τα παρακλάδια της, που παρουσιάσαμε παραπάνω (§ 199 , 201), εμφανίζεται συχνότερα σε αυτά· π.χ.:
'τιμωρώ, δωρίζω': τιμᾶν 'τιμώ' (τιμή), λωβᾶσθαι 'εξυβρίζω' (λώβη).
'κάνω καλό ή κακό': ἀνιᾶν 'στενοχωρώ' (ἀνία), ἀπατᾶν 'εξαπατώ' (ἀπάτη).
'δίνω, δίνομαι': ἐγγυᾶν 'δίνω εγγύηση' - ἐγγυᾶσθαι 'παίρνω εγγύηση' (ἐγγύη).
§ 203. Σύμφωνα με τέτοια πρότυπα, όπου το -ᾶσαι κτλ. βρισκόταν πλάι σε ουσιαστικά σε -ᾱ, από το θεματικό χαρακτήρα -ο-/-ω- σχηματίστηκε ένα -ῶσαι κτλ. Παράλληλα προέκυψε ένα δεύτερο: μετονοματικά σε -ᾶν μπορούσαν από παλιά να σχηματίζονται από επίθετα με θέμα σε ο, επειδή το θηλυκό τους σε -ᾱ χρησιμοποιόταν συχνά ως αφηρημένο· καθώς όμως η σχέση με τα επίθετα σε ο παρέμενε ζωντανή στη συνείδηση, εύκολα μπορούσε να γίνει αφομοίωση με τη βάση, και έτσι το -ᾶσαι κτλ. μετασχηματίστηκε σε -ῶσαι. Το -ω- φαίνεται ότι δέχτηκε ακόμη ειδικά την υποστήριξη παλιότερων σχηματισμών σε -ō- tus από επίθετα σε ο (aegr -ō- tus 'άρρωστος' από το aeger 'άρρωστος'· πρβ. § 368)· αυτό το αποδεικνύουν λιγότερο οι όχι πολλές μαρτυρίες για το -ωτός και περισσότερο η προτίμηση των τύπων του παθ. αορ. (και του μεσο-παθητικού εν γένει), που συνδέονται πολύ στενά με το ρηματικό επίθετο. Το ότι οι εξωενεστωτικοί χρόνοι προηγήθηκαν στο σχηματισμό των νέων κατηγοριών αποδεικνύεται αναμφίβολα από τη στατιστική των τύπων των ρημάτων σε -οῦν στον Όμηρο: πρώτο, οι ενεστωτικοί τύποι σε σύγκριση με τους εξωενεστωτικούς είναι πολύ λιγότεροι από όσους λήγουν σε -ᾶν και -εῖν, και, δεύτερο, είναι στο μεγαλύτερο ποσοστό συνηρημένοι, ανήκουν δηλαδή στο νεότερο στρώμα της ομηρικής γλώσσας.
§ 204. Παρ' όλη την τεράστια αναλογική εξάπλωση του τύπου -οῦν στη μεθομηρική περίοδο (στον Όμηρο βρίσκεται ακόμη στις απαρχές της [85]) δεν χρειάζεται να προϋποθέτουμε για κάθε ρήμα πως έχει κάποια ιδιαίτερη μορφολογική ή σημασιολογική αφετηρία. Η πολύ διαδεδομένη έννοια 'καθιστώ -, εφοδιάζω με -', που από την αρχή συνδέθηκε με το -οῦν, ήταν σε πάρα πολλές περιπτώσεις υπεραρκετή για το νέο σχηματισμό· ασφαλώς μια στενότερη σημασιολογική συγγένεια πρέπει να λειτούργησε βοηθητικά. Σίγουρα τη χρήση του -οῦν ευνόησε σημαντικά η ευκολία με την οποία ο Έλληνας χρησιμοποιούσε τη θεματική απόληξη -ο- και σε άλλα θέματα (§ 10). Τέλος, θα μπορούσε να συντέλεσε μερικές φορές η διφυΐα στο σχηματισμό του θέματος των βάσεων· καθώς κάποιος μπορούσε να συσχετίσει π.χ. το σκοτοῦν 'σκοτεινιάζω', το μετονοματικό του ὁ σκότος, και με το μεταγενέστερο τὸ σκότος (πρβ. § 317), ήταν εύκολο να σχηματίσει ρήματα σε -οῦν και από άλλα ουδέτερα σε -ος.
§ 205. Παραδείγματα παράγωγων από ποικίλα θέματα:
Πολυάριθμα είναι ιδίως όσα προέρχονται από θέματα σε -ᾱ, ίσως μια απόδειξη για το ότι πολλά μετασχηματίστηκαν από θέματα σε -ᾶν: γεφυροῦν 'γεφυρώνω' από το γέφυρα, θυροῦν 'εφοδιάζω με πόρτες' από το θύρα 'πόρτα', ζημιοῦν 'τιμωρώ' από το ζημία 'τιμωρία'.
Από θέματα σε s(σχετικά με το σκοτοῦν πρβ. § 204): ὑψοῦν 'υψώνω' από το ὕψος ουδ. κατά το ταπεινοῦν 'ταπεινώνω' από το ταπεινός.
ἑλκοῦν 'προκαλώ φλεγμονή', μεσ. 'πυορροώ' από το ἕλκος ουδ. 'τραύμα' κατά το πυοῦσθαι 'πυορροώ' από το πῦον (και πῦος ουδ.!).
ἀσθενοῦν 'εξασθενώ' από το ἀσθενής 'αδύναμος' μάλλον ως αντίστοιχο του ἀσθενεῖν 'είμαι αδύναμος, άρρωστος' (που σχηματίστηκε όπως περιγράφεται στην § 196) κατά το πρότυπο ζευγαριών όπως καρτερεῖν 'είμαι δυνατός, αντέχω' - καρτεροῦν 'καθιστώ δυνατό' (πρβ. § 16), ίσως και κατά το ἰσχυροῦν 'ενισχύω' (από το ἰσχυρός), παρότι αυτό μαρτυρείται αργότερα από το ἀσθενοῦν.
Από συμφωνόληκτα θέματα:
στομοῦν 'εφοδιάζω με στόμιο ή αιχμή', επίσης 'βουλώνω το στόμιο' (χωριστικό) από το στόμα 'στόμιο, αιχμή'· κατά τα άλλα -ματοῦν από ουδέτερα σε -μα: στεμματοῦν 'στέφω' από το στέμμα (πρβ. στεφανοῦν), κτλ.
ἐξ-αεροῦν 'εξαερίζω, εξατμίζω' από το ἀερ- 'αέρας' κατά το (ἐξ-)ἀνεμοῦν 'εξανεμίζω, φυσώ· μετατρέπω σε αέρα > ματαιώνω' από το ἄνεμος.
ἐλεφαντοῦν 'διακοσμώ με ελεφαντόδοντο' από το ἐλεφαντ- 'ελέφαντας, ελεφαντόδοντο' κατά τα ἀργυροῦν, χρυσοῦν, σιδηροῦν.
μαστιγοῦν 'μαστιγώνω' από το μαστιγ- 'μαστίγιο' κατά το θανατοῦν (§ 199), ζημιοῦν (δες παραπάνω).
§ 206. Μια ιδιόμορφη ομάδα σχηματίζουν τα παράγωγα συγκριτικών επιθέτων όπως ἐλασσοῦν, ἐλαττοῦν 'περιορίζω, ελαττώνω' από το ἐλάσσων, ἐλάττων· ἐσσοῦσθαι (ιων.· αττ. ἡττᾶσθαι δες § 185) 'υποκύπτω' από το ἔσσων (ἥττων). Πιθανόν το ουδέτερο ἔλασσον κτλ., που ήταν βέβαια πολύ συχνό στο συγκριτικό βαθμό (και ως επίρρημα, πρβ. επίσης ἐλασσοῦν τι = ἔλασσον ποιεῖν τι) τέθηκαν στην ίδια βαθμίδα με το ουδέτερο των επιθέτων σε ο [86].
§ 207. Μερικές επιμέρους αναλογίες μνημονεύθηκαν ήδη παραπάνω· ας προσθέσουμε εδώ ακόμη δύο δείγματα ομάδων αναλογιών:
Αρκετά παράγωγα σε -οῦν από θέματα σε ο σήμαιναν 'αλείφω με, επιχρίω', π.χ. βροτοῦσθαι (βρότος 'αίμα'), γυψοῦν (γύψος 'κιμωλία'), ἐλαιοῦν (ἔλαιον 'λάδι'), μιλτοῦν (μίλτος 'μίνιο') κ.ά. Με αυτά συνενώθηκαν και παράγωγα από θέματα σε -ᾱ και από συμφωνόληκτα: πισσοῦν (πίσσα), ῥητινοῦν (ῥητίνη 'ρετσίνι'), αἱματοῦν (αἷμα), κηλιδοῦν (κηλίς, -ῖδος 'λεκές'), μελιτοῦν (μέλι, -ιτος), διασκατοῦσθαι (σκῶρ, σκατός 'περιττώματα').
Για τους γιατρούς, ανάμεσα στις σωματικές καταστάσεις (§ 199) ιδιαίτερο ρόλο παίζουν οι ασθένειες: ἰκτεροῦσθαι 'παθαίνω ίκτερο (ἴκτερος)', καρκινοῦσθαι (καρκίνος), ὑδεροῦσθαι (ὕδερος 'υδρωπικία'). Σύμφωνα με αυτά και τα γαγγραινοῦσθαι (γάγγραινα), φλυκταινοῦσθαι (φλύκταινα 'φουσκάλα εγκαύματος'), ὑδατοῦσθαι (ὑδατ-) = ὑδεροῦσθαι. Βελτίωση μιας νοσηρής κατάστασης: ἐπουλοῦσθαι 'επουλώνομαι' (οὐλή).
85. Από θέματα σε ᾱ γεφυροῦν, κορυφοῦν, παχνοῦν, ῥιζοῦν, από συμφωνόληκτα θέματα ἀπύρωτος και σφηκοῦν, επίσης γουνοῦσθαι από το γόνυ - γουνός.
86. Πρβ. την αντίστροφη μεθερμηνεία των ουδετέρων σε -ον στα ἄμεινον, χέρειον, χεῖρον (αρχικά επίθετα σε ο) και του -πλάσιον (αρσ. παλιότερο -πλάσιος, νεότερο -πλασίων).