Νέα ελληνική
Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής γλώσσας
Λεξικό της λαϊκής και της περιθωριακής γλώσσας

Εισαγωγή
Μέσα στις 50.000 περίπου λέξεις και φράσεις και στις 250.000 σημασίες περιλαμβάνονται η γλώσσα της λαϊκής - της αργκό - των μηχανόβιων - των ναρκωτικών - της φυλακής - του χαρτοπαιγνίου - του ποδοσφαίρου - του αθλητισμού - του στρατού - των ναυτικών - του καφενείου - των εργατών - των νηπίων - των εφημερίδων - της τηλεόρασης - της νεοαργκό που αποτελεί τη γλώσσα της νεολαίας και ιδίως, λέξεις και φράσεις της καθημερινής μας ζωής.
Το Λεξικό του Γεωργίου Κάτου είναι έργο ενός εμπειρικού θιασώτη και τεχνίτη της γλώσσας, ιδιαίτερα εκείνης των λαϊκών ανθρώπων. Πρόκειται για την περιεκτικότερη συλλογή τεκμηρίων αυθεντικού λόγου από όλο το φάσμα των ταπεινών γλωσσικών χρήσεων, με κύρια αρετή την πιστή και αναλυτική παράθεση δειγμάτων της πολύτιμης γλωσσικής παρακαταθήκης των απλών και των βασανισμένων ανθρώπων. Αποτελεί απαραίτητο συμπλήρωμα των γνωστών λεξικών της ελληνικής.
Περιεχόμενα
Αναζήτηση
- υπόψη,
- επίρρ. [<φρ. υπ’ όψιν], υπόψη. 1. να μην ξεχάσεις, να μην ξεχάσετε: «υπόψη πως αύριο κυκλοφορούν τα ζυγά || υπόψη πως δεν πρέπει ν’ αργήσουμε». 2. ως ουσ. τα υπόψη, αυτά με τα οποία πρέπει κανείς να ασχοληθεί. (Ακολουθούν 15 φρ.)·
- βάζω στα υπόψη ή βάζω στα υπόψη μου, βλ. φρ. κρατώ στα υπόψη·
- δεν έχω υπόψη μου (κάποιον ή κάτι), δεν ξέρω, δε γνωρίζω κάποιον ή κάτι: «δεν έχω υπόψη μου αυτόν τον άνθρωπο || δεν έχω υπόψη μου αυτή την υπόθεση»·
- είναι στα υπόψη ή είναι στα υπόψη μου, είναι μέσα στις προθέσεις μου, στις μελλοντικές ενέργειές μου, στις μελλοντικές προτεραιότητές μου: «όλα αυτά που μου λες να κάνω, είναι στα υπόψη μου»·
- έχε το υπόψη σου ή έχε υπόψη σου, να το θυμάσαι, μην τον ξεχάσεις: «έχε υπόψη σου πως το βράδυ θα συναντηθούμε όλοι στο μπαράκι». (Λαϊκό τραγούδι: και έχε το υπόψη σου,μανούρι και κανέλα, να μου ξηγιέσαι τίμια, μην κάνω καμιά τρέλα)·
- έχω στα υπόψη ή έχω στα υπόψη μου, σκέφτομαι, σχεδιάζω, προγραμματίζω πράγματα που θέλω ή που πρέπει να κάνω στο άμεσο μέλλον: «εδώ και καιρό έχω στα υπόψη ένα ταξίδι με τη γυναίκα μου, γιατί τον τελευταίο καιρό την έχω παραμελήσει || έχω στα υπόψη μου ν’ αγοράσω ένα διαμέρισμα, γιατί, όπου να ’ναι, παντρεύεται η κόρη μου»· βλ. φρ. είναι στα υπόψη·
- έχω υπόψη μου, α. σκοπεύω, σκέφτομαι, σχεδιάζω: «έχω υπόψη μου ν’ αγοράσω ένα αυτοκίνητο || έχω υπόψη μου να περάσω αύριο απ’ το γραφείο σου». β. έχω στο νου μου, δεν ξεχνώ κάτι, με απασχολεί κάτι: «όση ώρα εσύ μου μιλάς, εγώ έχω υπόψη μου την επιταγή που πρέπει να καλύψω αύριο». γ. έχω στο νου μου κάποιο πρόσωπο, γεγονός ή πράγμα, που θα το χρησιμοποιήσω την κατάλληλη στιγμή, για να ωφεληθώ, ή στην περίπτωση που θα υπάρξει κάποια ανάγκη: «στην περίπτωση που δεχτούν την πρότασή μας, έχω υπόψη μου ένα κόλπο, για να τα κονομήσουμε || αν με στριμώξουν κι αρχίσουν να μ’ εκβιάζουν για το χρέος μου, τότε έχω υπόψη μου ένα άτομο που θα μπορέσει να με ξελασπώσει || αν προσπαθήσει να μας εκβιάσει, έχω υπόψη μου μια βρομοδουλειά του, που, προκειμένου να μην την αποκαλύψω, θα μας αφήσει ήσυχους»· βλ. και φρ. το ’χω υπόψη μου·
- θα το ’χω υπόψη μου, θα το θυμάμαι, δε θα το ξεχάσω: «μη στενοχωριέσαι, θα το ’χω υπόψη μου πως πρέπει να συναντηθούμε το βράδυ»·
- θα ’χω υπόψη μου, θα εκτιμήσω κάτι τη στιγμή που πρέπει, την κατάλληλη στιγμή: «όταν φτάσει ο καιρός των προαγωγών, θα ’χω υπόψη μου τη διαγωγή όλων σας»·
- κρατώ στα υπόψη ή κρατώ στα υπόψη μου, σημειώνω στο μυαλό μου ή σε σημειωματάριο κάτι που δε θέλω να ξεχάσω, γιατί πρέπει να το πραγματοποιήσω σε σύντομο χρονικό διάστημα: «κρατώ στα υπόψη μου ένα σωρό πράγματα και να δούμε πότε θ’ αξιωθώ ν’ ασχοληθώ μ’ αυτά!»·
- παίρνω υπόψη ή παίρνω υπόψη μου, αποδίδω μεγάλη σημασία σε κάτι, το λογαριάζω: «πριν κάνει οτιδήποτε, παίρνει πάντα υπόψη του τη γνώμη του φίλου του»·
- στα υπόψη, βλ. φρ. είναι στα υπόψη·
- το ’χω στα υπόψη ή το ’χω στα υπόψη μου, βλ. φρ. είναι στα υπόψη·
- το ’χω υπόψη μου, το θυμάμαι, δεν το ξεχνώ: «το ’χω υπόψη μου πως το βράδυ θα συναντηθούμε όλοι στο μπαράκι»·
- τον έχω υπόψη μου, τον ξέρω, τον γνωρίζω: «τον έχω υπόψη μου αυτόν τον άνθρωπο, γιατί κάποτε συχνάζαμε στο ίδιο μπαράκι»·
- υπόψη του τάδε, να λάβει γνώση, να ενημερωθεί ο τάδε: «αφού θέλεις να ενημερωθεί αυτός ο άνθρωπος, γράψε έξω απ’ το φάκελο υπόψη του τάδε». - επίρρ. [<φρ. υπ’ όψιν], υπόψη. 1. να μην ξεχάσεις, να μην ξεχάσετε: «υπόψη πως αύριο κυκλοφορούν τα ζυγά || υπόψη πως δεν πρέπει ν’ αργήσουμε». 2. ως ουσ. τα υπόψη, αυτά με τα οποία πρέπει κανείς να ασχοληθεί. (Ακολουθούν 15 φρ.)·
Ετυμολογία
Οδηγίες Αναζήτησης
Διπλό κλικ σε μία λέξη οδηγεί σε αναζήτηση με την επιλεγμένη λέξη. Αποτελεί βοηθητική λειτουργία ειδικότερα σε λέξεις που ακολουθούν συντομογραφίες π.χ. Βλ., Πβ., ΣΥΝ. ...
- Πεδίο Αναζήτηση
-
Στο πρώτο πεδίο μπορείτε να πληκτρολογήσετε μέρος του λήμματος, χρησιμοποιώντας τον αστερίσκο * για το υπόλοιπο.
Η επιλογή αυτή είναι χρήσιμη, όταν θέλετε να αναζητήσετε ομάδες λέξεων που περιέχουν το μόρφημα ή την ακολουθία χαρακτήρων που πληκτρολογείτε.
Παραδείγματα:- κρατ* (όλες οι λέξεις που αρχίζουν από «κρατ») : κράτος, κρατισμός, κρατώ κλπ.
- *κρατ* (όλες οι λέξεις που περιέχουν το «κρατ»): αισθησιοκράτης, αισθησιοκρατία, αιτιοκρατία κλπ.
- *ισμός (όλες οι λέξεις που λήγουν σε «ισμός»): ανιμισμός, κρατισμός, υλισμός κλπ.
- κ*ισμός (όλες οι λέξεις που αρχίζουν από «κ» και λήγουν σε «ισμός»): κλασικισμός, κομμουνισμός, κρατισμός κλπ
Παρατήρηση
Αν δε βάλετε καθόλου * το σύστημα τοποθετεί ένα * στο τέλος της λέξης. κρατ κρατ* - Ερμήνευμα / Σώμα κειμένων
Το πεδίο αυτό είναι ανοιχτό και σας επιτρέπει να εισαγάγετε έναν όρο, ο οποίος ανιχνεύεται στο σύνολο του λήμματος.
Υπόδειξη
Μη χρησιμοποιείτε ολόκληρες λέξεις, προτιμήστε το θέμα τους· π.χ. δώστε "πολεμ", αντί για "πόλεμος", "πολεμικός" κλπ.Η επιλογή αυτή είναι χρήσιμη, όταν θέλετε να αναζητήσετε ομάδες λέξεων που είναι εννοιολογικά συγγενείς.
- Παράδειγμα Χρήσης
Εδώ πληκτρολογείτε μια λέξη, η οποία περιμένετε να εμφανιστεί σε πρόταση που είναι παράδειγμα χρήσης του λήμματος.
Υπόδειξη
Μη χρησιμοποιείτε ολόκληρες λέξεις, προτιμήστε το θέμα τους· π.χ. δώστε "πολεμ", αντί για "πόλεμος", "πολεμικός" κλπ.- Γραμματική - Σύνταξη
Επιλέγετε τον επιθυμητό τρόπο σύνταξης της λέξης. Αυτό θα περιορίσει την αναζήτηση σε λέξεις που μία τουλάχιστον σημασία τους συντάσσεται με τον συγκεκριμένο τρόπο.
Για παράδειγμα, με την επιλογή «ως επίθετο» θα εμφανιστούν λήμματα που, ενώ ανήκουν σε άλλη γραμματική κατηγορία, χρησιμοποιούνται με τη σημασία επιθέτου και συντάσσονται αναλόγως.
- Επίπεδο Ύφους
Το μενού προεπιλογών που εμφανίζεται περιλαμβάνει διαφορετικά επίπεδα ύφους, τα οποία αφορούν είτε όλο το λήμμα είτε κάποια από τις σημασίες του, ώστε να επιλέξετε αυτό που σας ενδιαφέρει.
Για παράδειγμα, με την επιλογή «ειρωνικό», θα εμφανιστούν
- λήμματα που χρησιμοποιούνται αποκλειστικά σε ειρωνικό επίπεδο ύφους
- λήμματα που μία τους σημασία χρησιμοποιείται σε ειρωνικό επίπεδο ύφους
- Σημασιολογικό πεδίο
Επιλέγετε το σημασιολογικό πεδίο στο οποίο ανήκει η σημασία ή κάποια από τις σημασίες του λήμματος. Η επιλογή αυτή είναι χρήσιμη, όταν θέλετε να ζητήσετε ομάδες λέξεων που σχετίζονται με κάποια θεματική περιοχή.
- Ετυμολογία
Εμφανίζεται ένα μενού προεπιλογών που περιλαμβάνει τις διάφορες ετυμολογικές κατηγορίες, ώστε να επιλέξετε αυτή που σας ενδιαφέρει.
- Τύπος Λήμματος
Εμφανίζεται ένα μενού προεπιλογών που περιλαμβάνει τις διάφορες γραμματικές κατηγορίες, ώστε να επιλέξετε το μέρος του λόγου που σας ενδιαφέρει.
- Χρήση
Επιλέγετε την επιθυμητή χρήση της λέξης. Αυτό θα περιορίσει την αναζήτηση σε λέξεις που μία τουλάχιστον σημασία τους έχει τη συγκεκριμένη χρήση.
Συντομογραφίες
Α
αγγλ. αγγλικός, -ή, -ό άγν. ετυμολ. άγνωστης ετυμολογίας αιτιατ. αιτιατική αιτιολογ. αιτιολογικός, -ή, -ό άκλ. άκλιτο αλβαν. αλβανικός, -ή, - ό αμερικ. αμερικανικός, -ή, -ό αμτβ. αμετάβατο αναφορ. αναφορικός, -ή, -ό αντίθ. αντίθετο αντων. αντωνυμία απαρέμφ. απαρέμφατο απρόσ. απρόσωπο αραβ. αραβικός, -ή, -ό αραβοτουρκ. αραβοτουρκικός, -ή, -ό αριθμ. αριθμός αρσ. αρσενικό αρχ. αρχαίος, -ία, -ιο αρχαϊστ. αρχαϊστικός, -ή, -ό Β
βενετ. βενετικός, -ή, -ό βλ. βλέπε βλ. και φρ. βλέπε και φράση βλ. συνηθέστ. βλέπε συνηθέστερο βλ. φρ. βλέπε φράση βλάχ. βλάχικος, -η, -ο βουλγαρ. βουλγαρικός, -ή, -ό βραζιλ. βραζιλιάνικος, -η, -ο Γ
γ΄ εν. πρόσ. τρίτο ενικό πρόσωπο γαλλ. γαλλικός, -ή, -ό γεν. γενική γενουατ. γενουατικός, -ή, -ό γερμαν. γερμανικός, -ή, -ό Δ
δεικ. δεικτικό δηλ. δηλαδή διεθν. διεθνής, διεθνώς δοτ. δοτική Ε
εβρ. εβραϊκός, -ή, -ό ειρων. ειρωνικά ελνστ. ελληνιστικός, -ή, -ό ενεστ. ενεστώτας ενν. εννοείται επέκτ. επέκταση επίθ. επίθετο επίρρ. επίρρημα επιφών. επιφώνημα επιφωνημ. επιφωνηματικός, -ή, -ό επών. επώνυμο εύχρ. εύχρηστος, -η, -ο εφημερ. εφημερίδα Θ
θηλ. θηλυκό Ι
ιαπων. ιαπωνικός, -ή, -ό ιδ. ιδίως ιδ. εύχρ. ιδίως εύχρηστο ινδ. ινδικός, -ή, -ό ιραν. ιρανικός, -ή, -ό ισπαν. ισπανικός, -ή, -ό ιταλ. ιταλικός, -ή, -ό Κ
κ. και κ.ά. και άλλα κ.λπ. και λοιπά κελτ. κελτικός, -ή, -ό κουτσοβλάχ. κουτσοβλάχικος, -η, -ο κυρ. κυρίως κυρ. εύχρ. κυρίως εύχρηστο κύρ. ό. κύριο όνομα Λ
λ. λέξη, λήμμα λατιν. λατινικός, -ή, -ό Μ
μαλαισ. μαλαισιανός, -ή, -ό μεγεθ. μεγεθυντικό μέλλ. μέλλοντας μέσ. μέσος, -η, -ο μόρ. μόριο μσν. μεσαιωνικός, -ή, -ό μτβ. μεταβατικό μτγν. μεταγενέστερος, -η, -ο μτφ. μεταφορικός, μεταφορικά μτχ. μετοχή Ν
νεότ. νεότερος, -η, -ο Ο
όν. όνομα ουγγρ. ουγγρικός, -ή, -ό ουδ. ουδέτερο ουσ. ουσιαστικό Π
π.χ. παραδείγματος χάριν παρακ. και παρακείμ. παρακείμενος παρατατ. παρατατικός περσ. περσικός, -ή, -ό πιθ. πιθανόν πληθ. και πλ. πληθυντικός πορτογαλ. πορτογαλικός, -ή, -ό πρβλ. παράβαλε πρόθ. πρόθεση πρόσ. πρόσωπο προστακτ. προστακτικός, -ή, -ό Ρ
ρ. ρήμα ρουμαν. ρουμανικός, -ή, -ό ρωσ. ρωσικός, -ή, -ό Σ
σερβ. σερβικός, -ή, -ό σκωπτ. σκωπτικά σλαβ. σλαβικός, -ή, -ό στερητ. στερητικό σύνδ. σύνδεσμος συνήθ. συνήθως συνηθέστ. συνηθέστερος, -η, -ο συνών. συνώνυμος, συνώνυμα Τ
τακτ. τακτικός, -ή, -ό τοπ. τοπικός, -ή, -ό τουρ. τουρκικός, -ή, -ό τουρκοπερσ. τουρκοπερσικός, -ή, -ό τσεχ. τσεχικός, -ή, -ό τσιγγ. τσιγγάνικος, -η, -ο Υ
υβριστ. υβριστικά υπερθετ. υπερθετικός υποκορ. υποκοριστικός, -ή, -ό υποτιμητ. υποτιμητικά υποχωρητ. υποχωρητικός, -ή, -ό Φ
φρ. φράση Χ
χρον. χρονικός
Ομάδα εργασίας
- Σχεδιασμός - Γενική Επιμέλεια
- Κ. Θεοδωρίδης, Ε. Μητρούση
- Σχεδιασμός φόρμας σύνταξης και ψηφιοποίησης
- Κ. Θεοδωρίδης, Ε. Μητρούση
- Φιλολογική επεξεργασία ηλεκτρονικών λημμάτων / τελικού κειμένου
- Ε. Μητρούση
- Φιλολογικές εργασίες για τη διαμόρφωση του ηλεκτρονικού περιβάλλοντος
- Ε. Μητρούση
- Ηλεκτρονική υλοποίηση
- Κ. Θεοδωρίδης