Μεσαιωνική ελληνική
Αναλυτικό Λεξικό Κριαρά
Αναλυτικό Λεξικό Κριαρά

Εισαγωγή
Το Τμήμα Λεξικογραφίας του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας μπόρεσε να αφιερώσει τις δυνάμεις του στη σύνταξη του Λεξικού της Μεσαιωνικής Ελληνικής Δημώδους Γραμματείας 1100-1669, συνεχίζοντας το έργο ζωής του Εμμ. Κριαρά. Το υλικό που κληροδοτήθηκε από τον καθηγητή Εμμ. Κριαρά βρισκόταν, κατά σειρές λημμάτων, σε διαφορετικές φάσεις επεξεργασίας.
Το σύνολο του υλικού υποβλήθηκε σε επανέλεγχο: μετά τις απαραίτητες προσθήκες και διορθώσεις (με βάση νέες εκδόσεις, μελέτες αλλά και τα νέα δεδομένα που έδινε η συστηματική αναζήτηση στοιχείων σε ηλεκτρονικές πηγές, όπως ο Thesaurus Linguae Graecae), στα παλιά προστέθηκαν και νέα λήμματα, με βάση τη διαρκώς συνεχιζόμενη αποδελτίωση.
ΒΡΑΧΥΓΡΑΦΙΕΣ
Οι έξι κατάλογοι που ακολουθούν (Α´-Στ´) περιλαμβάνουν βραχυγραφίες και ουσιώδη βιβλιογραφικά στοιχεία.
Αναζήτηση
- ακολουθία
- η, Ταμυρλ. (Wagn.) 81, Δούκ. (Grecu) 3120, Σκλέντζα, Ποιήμ. (Κακ.) 1192, Δεφ., Λόγ. (Kar.) 280, Αξαγ., Κάρολ. Ε′ (Ζώρ.) 1244, Παϊσ., Ιστ. Σινά (Παπαδ.-Κερ.) 2260, Συναδ., Χρον. (Πέννας) 42, 48, 52, 69, 71, Αποκ. Θεοτ. (Dawk.) I 174, 176, Βακτ. αρχιερ. (Μομφ.) 137 ρκζ΄, ρκη΄· ακουλουθία, Δελλ. (Μανούσ.) Α΄ 2986.
Το αρχ. ουσ. ακολουθία.
1) α) Διαδοχή, εναλλαγή: κατά τας των χρόνων ακολουθίας συμψηφίσαντες εύρωμεν από του Αδάμ έως του Χριστού έτη εϞ΄ Δούκ. 3120· β) ειρμός: και τι γαρ λέγω τα πολλά και τι παραπλατύνω| της συγγραφής μου τον κορμόν και την ακολουθίαν; Ταμυρλ. 81. 2) Τελετή της Εκκλησίας με ορισμένο τυπικό (Για το πράγμα βλ. Θρησκ. και ηθ. εγκυκλοπ. στη λ.· βλ. και ΙΛ στη λ. 2): Εκεί συμψάλλουν άπαντες εις μίαν εκκλησίαν| της τε ημέρας και νυκτός πάσαν ακολουθίαν Παϊσ., Ιστ. Σινά 2260· Έπειτα ήρχονταν πάλιν εις την επίκλησιν και ετελείωναν την ακολουθίαν Συναδ., Χρον. 69· Αν πέσεις εις υποταγήν πνευματικού πατέρα,| στην ακ(ο)λουθία πρόθυμος ας είσαι πάσα ημέρα (έκδ. ημέραν) Δεφ., Λόγ. 280.ανδρογύνως,- επίρρ.· ανδρόγυνως, Ταμυρλ. (Wagn.) 59.
Από το αρχ. επίθ. ανδρόγυνος. Η λ. και παλαιότ. μεσν. (βλ. Lampe, Lex.). Ο αναβιβ. του τόνου από μετρ. αν.
Σα να είναι κανείς και άνδρας και γυναίκα: και ως παρθένας δε αυτάς εμίαινον δονούντες| και αμφοτέρωθεν αυτάς ανδρόγυνως εχρώντο Ταμυρλ. (Wagn.) 59.ανειμένως,- Ταμυρλ. (Wagn.) 64, εσφαλμ. γρ. αντί ανημέρως.
ανηλεώς,- επίρρ., Διγ. (Mavr.) Gr. VI 837, Διγ. (Καλ.) A 460, Ερμον. (Legr.) Ψ 305, Βίος Αλ. (Reichm.) 1569, 2212, 2394, 3778, Ταμυρλ. (Wagn.) 68 (έκδ. ανίλεως· διορθώσ.), Ανακάλ. (Κριαρ.) 77, Δούκ. (Grecu) 23330, Έκθ. χρον. (Lambr.) 6225, 8014· ανηλέως, Ερμον. (Legr.) Φ 340, 355.
Το αρχ. επίρρ. ανηλεώς.
Άσπλαχνα, αλύπητα (Η σημασ. αρχ.): πότε παρρησίᾳ τούτο (δηλ. το σώμα του ανθρώπου)| ανηλέως κατατρώσει (υποκ. το ποτήριον του θανάτου),| πότε και κρυφίως πάλιν Ερμον. Φ 340.ανημέρως,- επίρρ., Προδρ. (Hess.-Pern.) ΙΙΙ 5 (χφ L) (κριτ. υπ.), (προφ. λάθος του αντιγρ. αντί ανειμένως), Ταμυρλ. (Wagn.) 64.
Το μτγν. επίρρ. ανημέρως.
Με άγριο τρόπο: το έμβρυον εφόνευον κι έτικτον ανημέρως Ταμυρλ. 64. —Συνών.: άγρια, αγριωδώς.άνθραξ- ο, Μακρεμβ., Υσμ. (Hercher) 17018, 28, Ταμυρλ. (Wagn.) 52, Ιστ. πατρ. (Βόνν.) 20119, Ροδολ. (Μανούσ.) Γ΄ [93].
Το αρχ. ουσ. άνθραξ. Η λ. και σήμ. (ΙΛ, λ. άνθρακας).
1) Αναμμένο, πυρακτωμένο κάρβουνο (βλ. L‑S στη λ. Ι 1): Τους μεν εις σούβλαν έβαλεν και εκατέκαυσέν τους (παραλ. 1 στ.)· άλλοι κατεδικάζοντο άνθρακας ες γαστέρα Ταμυρλ. 52. 2) α) Πολύτιμος λίθος (Η σημασ. στον Αριστοτέλη, L‑S στη ΙΙ 1): τοπάζια, χρυσόλιθοι, άνθρακες και σαρδία Ροδολ. Γ΄ [93]· σαρδίου, παξίου, σμαράγδου, άνθρακος Ιστ. πατρ. 20119. Πβ. αιματίτης, αμέθυστος, ανθρακίας 1· β) (μεταφ.) κόσμημα που απαστράπτει σαν αναμμένο κάρβουνο: Η δεξιά ταθείσα και αυ κυρτωθείσα της κεφαλής ήψατο τῳ δακτύλῳ και του περί το μέτωπον άνθρακος Μακρεμβ., Υσμ. 17028.απεκεί,- επίρρ., Τρωικά (Praecht.) 52328, Σπαν. (Hanna) B 445, Ασσίζ. (Σάθ.) 2128, 1753, 19731, 20121, Βέλθ. (Κριαρ.) 283, Διήγ. παιδ. (Wagn.) 1053, Λίβ. (Wagn.) N 281, Χρησμ. (Trapp) Ι 383, Ψευδο-Γεωργηλ., Άλ. Κων/π. (Legr.) 866, Μαχ. (Dawk.) 4686, 62813, Θησ. (Βεν.) Β΄ [63], Ψευδο-Σφρ. (Grecu) 55827, Αχέλ. (Pern.) 2535, Κώδ. Χρονογρ. (Άμ.) 54, κ.π.α.· απέκει, Λόγ. παρηγ. (Λάμπρ.) L 693, Λόγ. παρηγ. (Lambr.) O 465, Προδρ. (Hess.-Pern.) ΙΙ G 65, ΙΙΙ 158 (χφ g) (κριτ. υπ.), 211, 216Ι (χφ g) (κριτ. υπ.), 222 (χφ g) (κριτ. υπ.), 223, 398, 400q (χφ Η) (κριτ. υπ.), Ασσίζ. (Σάθ.) 38017, 46412, Διγ. (Hess.) Esc. 525, Διγ. (Καλ.) Esc. 303, Χρον. Μορ. (Καλ.) H 861, 968, 1398, 2038, 3309, 3370, 4211, 4806, 6038, 6039, 6067, 6724, 8772, 8913, 8915, 9023, Χρον. Μορ. (Schmitt) P 235, Φλώρ. (Κριαρ.) 1381, Λίβ. (Lamb.) Sc. 1048, Λίβ. (Lamb.) Esc. 1186, Λίβ. (Wagn.) N 135, 225, 511, 870, 2429, Ταμυρλ. (Wagn.) 87, Αχιλλ. (Haag) L 388. 961, Αχιλλ. (Λάμπρ.) O 251, Λέοντ., Αίν. (Legr.) ΙV 11, Θησ. (Βεν.) Β΄ [951], Καραβ. (Del.) 50017, Γεωργηλ., Θαν. (Wagn.) 267, Γαδ. διήγ. (Wagn.) 156, Διήγ. Αλ. (Mitsak.) V 68, Απόκοπ. (Αλεξ. Στ.) 132, Κορων., Μπούας (Σάθ.) 7, Πένθ. θαν. (Ζώρ.) N 245, Πένθ. θαν. (Knös) S 332, Αιτωλ., Μύθ. (Λάμπρ.) 1133, 12610, 1383, Θρ. Κύπρ. (Μ. Κιτίου) K 229, Αρσ., Κόπ. διατρ. (Ζαμπ.) σ. 371, Αλφ. (Κακ.) 1178, Ρίμ. θαν. (Κακ.) 116, Άλ. Κύπρ. 2470, Παλαμήδ., Βοηβ. (Legr.) 588, Σταυριν. (Legr.) 992, Βακτ. αρχιερ. (Μομφ.) 139, 150, Λίμπον. (Legr.) 89, Μαρκάδ. (Legr.) 695, Τζάνε, Κρ. πόλ. (Ξηρ.) 21321, κ.π.α.· απέκεις, Ερωφ. (Ξανθ.) Ιντ. β΄ μετά στ. 62, 122· αποκεί, Ασσίζ. (Σάθ.) 527, Μαχ. (Dawk.) 4926, Καραβ. (Del.) 49310, 49520, Κώδ. Χρονογρ. (Άμ.) 68, Χρον. σουλτ. (Ζώρ.) 2736, Ερωτόκρ. (Ξανθ.) Γ΄ 1469, Δ΄ 1184, Αποκ. Θεοτ. (Dawk.) ΙΙ 72, Τζάνε, Κρ. πόλ. (Ξηρ.) 3128, 36027, 4028, 52123, κ.π.α.· ’ποκεί, Φαλιέρ., Λόγ. (Ζώρ.) 230, Ερωτόκρ. (Ξανθ.) Ε΄ 676· απόκει, Ch. pop. (Pern.) 675, Κυπρ. ερωτ. (Pitsill.) 9262, Φαλιέρ., Ιστ. (Ζώρ.) V 646, Δεφ., Λόγ. (Kar.) 563, Ανων., Ιστ. σημ. (Σάθ.) ρμα΄, Κατζ. (Πολ. Λ.) Δ΄ 239, Ε΄ 96, Πιστ. βοσκ. (Joann.) ΙV 2, 192 (έκδ. αποκιράσει· γράψαμε απόκει ’ράσσει), Ερωτόκρ. (Ξανθ.) Α΄ 1481, Β΄ 318, 1135, Γ΄ 1362, Δ΄ 69, 506, Ε΄ 240, 1538, Ευγέν. (Vitti) 336 Ροδολ. Α΄ [198], Σουμμ., Παστ. φίδ. (Βεν.) Γ΄ [594]. Φορτουν. (Ξανθ.) Β΄ 397, Γ΄ 393, Τζάνε, Κρ. πόλ. (Ξηρ.) 30823, 47022, 4771, 53213, 5345, κ.π.α.· απόκεις, Κατζ. (Πολ. Λ.) Β΄ 13, Γ΄ 167, Δ΄ 44, Πανώρ. (Κριαρ.) Β΄ 21, 554, Βοσκοπ. (Αλεξ. Στ.) 200, Ερωτόκρ. (Ξανθ.) Α΄ 2098, Γ΄ 451, Δ΄ 1686, Ε΄ 976, 1389, Ευγέν. (Vitti) 204, 244, 1082, 1454, Στάθ. (Σάθ.) Β΄ 72, 289, Ιντ. κρ. θεάτρ. (Μανούσ.) Β΄ μετά στ. 100, Γ΄ μετά στ. 88, Ροδολ. (Μανούσ.) Δ΄ μετά στ. [550], Διήγ. ωραιότ. (Ασώπ. Ειρ.) 292, Σουμμ., Παστ. φίδ. (Βεν.) Α΄ [23], Β΄ [578], Ε΄ [472, 502], Φορτουν. (Ξανθ.) Α΄ 169, Ιντ. α΄ 131, Γ΄ 703, Δ΄ 401, Λεηλ. Παροικ. (Κριαρ.) 184, Τζάνε, Κρ. πόλ. (Ξηρ.) 4226, 49522, κ.π.α.· απόκειας, Αποκ. Θεοτ. (Dawk.) Ι 169.
Από την πρόθ. από και το επίρρ. εκεί. Στους τ. απέκει, απόκει(ς), απόκειας, ο αναβιβασμός του τόνου αναλογικά προς άλλα χρον. επίρρ. Για τον τ. απέκει πβ. τον τ. εδέκει του εδεκεί. Ο τ. απόκεις κατά άλλα χρον. επίρρ. (ύστερις, κλπ.). Ο τ. απόκειας κατά τα επίρρ. σε ‑ας. Βλ. και Χατζιδ., ΕΕΦΣΠΘ 1, 1927, 29, Μενάρδ., Αθ. 6, 1894, 146, Παπαδ. Α., Αθ. 29, 1917, ΛΑ 112-3. Η λ. και στον Πορφυρογ., Έκθ. (Vοgt) 158· βλ. και Du Cange, λ. απέκει. Η λ. και Οι τ. της και σήμ. στα ιδιώμ. (ΙΛ)· ο τ. απόκειας και σε κρητ. δημ. τραγ. (Ακ. Αθ., Δημ. τραγ. Α′ 14135).
Α´ Τοπ. α) (Κίνηση από τόπο) από εκείνο το μέρος (Η σημασ. και σήμ., ΙΛ στη λ. 1α): εμίσσεψα απέκει Χρον. Μορ. (Καλ.) H 6067· β) (κίνηση διά τόπου) από εκεί, διά μέσου: ήθασιν κι απέρασαν απέκει και εις τον Μορέαν εφτάσασιν Χρον. Μορ. (Καλ.) H 1398· γ) (προέλευση): Έλπιζε εις τον ουρανόν να βοηθηθείς απέκει Λίβ. (Wagn.) N 870· φρ. (προκ. για αποπομπή) πηγαίνω απεκεί που έρχομαι: να πάσιν απεκεί που ήλθαν έως Μονοδενδρίου Ψευδο-Γεωργηλ., Άλ. Κων/π. 866· δ) (προκ. Για στάση· ενίοτε με το λείπω· η χρ. και προκ. να δηλωθεί τοπικά διαίρεση, χωρισμός) από εκείνο το μέρος (Η σημασ. και σήμ., ΙΛ στη λ. 1β): όταν δε γίνηται βουλή, ποτέ απεκεί μη λείπεις Σπαν. (Hanna) B 445· βλέπεις τον ευνουχόπουλον οπού προσκύπτει απέκει; Λίβ. Esc. 1186· εμπρός μας έναι θάλασσα, κρεμνός απέκει πάλιν Λίβ. N 2429· φρ. αποκεί και απάνω = από ένα σημείο και πέρα: αποκεί και απάνω θέλει να ένι οργιές δεκαέξι Καραβ. 49310. Β´ Χρον. α) Έπειτα, κατόπιν, ακολούθως (Η σημασ. και σήμ., ΙΛ στη λ. 2β): ανέγνωθεν τα γράμματα και απέκει εφίλησέν τα Διγ. Esc. 303· θώριε τον μπούσουλά σου| να μη παραστρατήσομεν κι απέκει, σφάκελά σου Γαδ. διήγ. 156· έστεκεν ως ένι το μάρμαρον· να είπες υπετάγην| ουκ είχα απέκει σπαραγμόν Λίβ. Sc. 1048· απέκ’ ύστερα γίνονται τα μήλα και τα φύλλα Κορων., Μπούας 7· β) φρ. απεκεί και ομπρός = από τότε και ύστερα (Η σημασ. και σήμ., ΙΛ στη λ. 2α): ημπορεί να το πουλήσει απεκεί και ομπρός Ασσίζ. 20121. Γ́. Γ´ 1) (Ως επακόλουθο μιας προϋπόθεσης) αποκεί και πέρα, κατόπιν: Μόνον ας έναι ευγενική κι απόκει αν σφάλλει σ’ άλλα| να τ’ απομένεις δύνεσαι Δεφ., Λόγ. 563· Τη χώρα ας μου δώσουσι κι απόκει ό,τι μ’ ορίσουν Τζάνε, Κρ. πόλ. 5345. 2) (Με το σύνδ. και) ακόμη, προσέτι: έπειτα ο γεωργός να ’ναι καλός τεχνίτης και απεκεί ο σπόρος καλός Σοφιαν., Παιδαγ. 97. 3) (Με το σύνδ. και) επομένως (Πβ. το σημερ. απεκεί = λοιπόν, στην Κορσική, Blanken, Dial. Cargése 211): και απεκεί ουδέν είπεν καλά και αρμόδια; Σοφιαν., Παιδαγ. 102. Εκφρ. 1) Τα απέδω και τα απέκει = τα πoικίλα Προδρ. ΙΙ G 65. 2) Αποεκεί απού = ενώ, μολονότι Μορεζίν., Κλίνη Σολομ. 396. — Βλ. και εκεί.Ετυμολογία
Οδηγίες Αναζήτησης
Υπόδειξη
Διπλό κλικ σε μία λέξη οδηγεί σε αναζήτηση με την επιλεγμένη λέξη. Αποτελεί βοηθητική λειτουργία ειδικότερα σε λέξεις που ακολουθούν συντομογραφίες π.χ. Βλ., Πβ., ΣΥΝ. ...- Πεδίο Αναζήτηση
-
Στο πρώτο πεδίο μπορείτε να πληκτρολογήσετε μέρος του λήμματος, χρησιμοποιώντας τον αστερίσκο * για το υπόλοιπο.
Η επιλογή αυτή είναι χρήσιμη, όταν θέλετε να αναζητήσετε ομάδες λέξεων που περιέχουν το μόρφημα ή την ακολουθία χαρακτήρων που πληκτρολογείτε.
Παραδείγματα:- γραπτ* (όλες οι λέξεις που αρχίζουν από " γραπτ") : γραπτός
- *γραπτ* (όλες οι λέξεις που περιέχουν το "γραπτ") : απαράγραπτος, απερίγραπτος, γραπτός, ευπαράγραπτος
- *ισμος (όλες οι λέξεις που λήγουν σε "ισμός") : αποχαιρετισμός, μετατοπισμός, ορισμός.
- κ*ισμος (όλες οι λέξεις που αρχίζουν από "κ" και λήγουν σε "ισμός") : καθαρισμός, καλλωπισμός, κατηχισμός κλπ.
Παρατήρηση
Αν δε βάλετε καθόλου * το σύστημα τοποθετεί ένα * στο τέλος της λέξης. γραπτ γραπτ* - Επιλογές Αναζήτησης
-
Στη "Σύνθετη Αναζήτηση" μπορείτε να αναζητήσετε λήμματα ή ομάδες λημμάτων, που να προκύπτουν με συνδυασμούς κριτηρίων.
Τα κριτήρια λειτουργούν συζευκτικά: όσα πιο πολλά κριτήρια δώσετε τόσο λιγότερα λήμματα θα εμφανιστούν, γιατί ζητάμε λήμματα που να ικανοποιούν ΟΛΑ τα κριτήρια που εισάγονται. Όταν κάποιο κριτήριο δεν μας ενδιαφέρει, το αφήνουμε κενό.
Παράδειγμα:- Μπορείτε να βρείτε ΟΥΣΙΑΣΤΙΚΑ που προέρχονται από τα ΤΟΥΡΚΙΚΑ και έχουν σχέση με τον ΆΝΕΜΟ.
- Τύπος Λήμματος
-
Εμφανίζεται ένα μενού προεπιλογών που περιλαμβάνει τις διάφορες γραμματικές κατηγορίες, ώστε να επιλέξετε το μέρος του λόγου που σας ενδιαφέρει.
- Ερμήνευμα / Σώμα κειμένων
-
Το πεδίο αυτό είναι ανοιχτό και σας επιτρέπει να εισαγάγετε ένα όρο, ο οποίος ανιχνεύεται στο σύνολο του ερμηνευτικού μέρους του λήμματος. Ο όρος αυτός μπορεί να είναι λέξη, βραχυγραφία, ακολουθία λέξεων ή ακολουθία, π.χ. τίτλ*, οπλ*. Έτσι έχετε ένα κριτήριο για αναζήτηση, για παράδειγμα, σημασιολογικά συγγενών λέξεων.
Παράδειγμα
Το πεδίο είναι ανοιχτό και σας επιτρέπει να αναζητήσετε κάποια λέξη, ακολουθία λέξεων ή ακολουθία χαρακτήρων στα παραδείγματα που δίνονται για τη διασάφηση της σημασίας ή των σημασιών κάθε λήμματος. Μπορείτε, λόγου χάρη, μέσα από αυτά τα παραδείγματα να διαπιστώσετε τη χρήση των συνδέσμων (π.χ. "όταν"). - Αναφορά
-
Το πεδίο είναι ανοιχτό και σας επιτρέπει να αναζητήσετε τη βιβλιογραφική πηγή ή το όνομα του συγγραφέα από τα οποία περιμένετε να προέρχεται ένα τουλάχιστον από τα παραδείγματα του λήμματος, π.χ. Ερωτόκρ., Πανώρ.
- Ετυμολογία
-
Το πεδίο είναι ανοιχτό και σας επιτρέπει να αναζητήσετε συγκεκριμένους όρους ή βραχυγραφίες ή ακόμη συνδυασμό όρων και βραχυγραφιών που δηλώνονται στο ετυμολογικό μέρος του άρθρου, το οποίο είναι πλήρως διακριτό από το υπόλοιπο σώμα του λήμματος, καθώς διαχωρίζεται από αυτό με αγκύλες. Για παράδειγμα μπορούμε να αναζητήσουμε:
- τη συντομογραφία μιας ξένης γλώσσας (λατ., βενετ., ιτάλ., τουρκ.),
- ενός ιδιώματος (κρητ., ποντ.),
- μιας ιστορικής φάσης της ελληνικής, όπου πρωτοσυναντάται η λέξη (αρχ., μτγν.)
- κάποιου λεξικού (Somav., Βλάχ., Meursius, Du Cange)
Ομάδα εργασίας
- Ηλεκτρονικής Υλοποίηση
- Κ. Θεοδωρίδης
- η, Ταμυρλ. (Wagn.) 81, Δούκ. (Grecu) 3120, Σκλέντζα, Ποιήμ. (Κακ.) 1192, Δεφ., Λόγ. (Kar.) 280, Αξαγ., Κάρολ. Ε′ (Ζώρ.) 1244, Παϊσ., Ιστ. Σινά (Παπαδ.-Κερ.) 2260, Συναδ., Χρον. (Πέννας) 42, 48, 52, 69, 71, Αποκ. Θεοτ. (Dawk.) I 174, 176, Βακτ. αρχιερ. (Μομφ.) 137 ρκζ΄, ρκη΄· ακουλουθία, Δελλ. (Μανούσ.) Α΄ 2986.